26 Οκτ 2012

Η μοναδική φωτογραφία του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη


[...Είχα διηγηθεί άλλοτε την ανησυχία του αυτή, όταν πήγα, κλέφτικα, με χίλιες προφάσεις, να τον φωτογραφίσω απάνω στο καφενεδάκι της Δεξαμενής. Δεν υπήρχε ως τότε φωτογραφία του Παπαδιαμάντη. Και συλλογιζόμουν ότι απ' τη μια μέρα στην άλλη μπορούσε να πεθάνει ο μεγάλος Σκιαθίτης, και μαζί του να σβύσει για πάντα η οσία μορφή του. Και πότε αυτό;Σε μια εποχή που δεν υπάρχει ασημότητα που να μην έχει λάβει τις τιμές του φωτογραφικού φακού. Και πώς θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μια τέτοια παράλειψη της γενεάς μας σ' εκείνους που θα 'ρθουν κατόπι μας να συνεχίσουν το θαυμασμό μας για τον απαράμιλλο λυρικό ψυχογράφο των καλών και των ταπεινών και τον αγνότατο ποιητή των νησιώτικων γιαλών; Αλλά ό αγνός αυτός χριστιανός, με τη ψυχή του αναχωρητή, δεν εννοούσε, με κανένα τρόπο, να επιτρέψει στον εαυτό του μια τέτοια ειδωλολατρική ματαιότητα. "Ου ποιήσεις σε αυτώ είδωλον ουδέ παντός ομοίωμα" ήταν η άρνηση του και η απολογία του. Αποφάσισα όμως να πάρω την αμαρτία του στο λαιμό μου. Ο Θεός και η μακαρία ψυχή του ας μου συγχωρέσουν το κρίμα μου. Ένας από τους ωραιότερους τίτλους που αναγνωρίζω στη ζωή μου, είναι ότι παρέδωκα στους μεταγενέστερους τη μορφή του Παπαδιαμάντη.

Με τί δόλια και αμαρτωλά μέσα επραγματοποίησα τον άθλο μου αυτό, το διηγήθηκα, όπως είπα, αλλού. Εκείνο που μου θυμίζουν ζωηρότερα τώρα οι ευλαβητικές γιορτές της Σκιάθου, είναι η ανησυχία του τη στιγμή που τον αποτράβηξα ως την προσήλια γωνίτσα του μικρού καφενείου, για να ποζάρει μπροστά στον φακό μου. Να "ποζάρει" είναι ένας λεκτικός τρόπος. Είχε πάρει μόνος του τη φυσική του στάση απάνω σε μια πρόστυχη καρέκλα, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, με το κεφάλι σκυφτό, με τα μάτια χαμηλωμένα, στάση βυζαντινού αγίου, σαν ξεσηκωμένη από κάποιο καπνισμένο παλιό τέμπλο ερημοκλησιού του νησιού του. Αυτή δεν ήταν στάση για μια πεζή φωτογραφία. Ήταν μια καλλιτεχνική σύνθεση, και θα μπορούσε να είναι ένα έργο του Πανσελήνου ή του Θεοτοκοπούλου. Αμφιβάλλω αν φωτογραφικός φακός έλαβε ποτέ μια τέτοια ευτυχία.

Αλλά ό Αλέξανδρος ήταν βιαστικός να τελειώνουμε. Γιατί; Μου το ψιθύρισε, ανήσυχα στο αυτί, και ήταν η πρώτη φορά που τον είχα ακούσει - ούτε φαντάζομαι πως θα τον άκουσε ποτέ κανένας άλλος - να μιλεί γαλλικά:

"Nous excitons la curiosite du public".

Ακούσατε; Ερεθίζαμε την περιέργεια του... Κοινού! Ποιου Κοινού; Δεν ήταν εκεί κοντά μας παρά ένα κοιμισμένο γκαρσόνι του καφενείου, ένας γεροντάκος πού λιαζότανε στην άλλη γωνία του μαγαζιού, καί δυο λουστράκια που παίζανε παράμερα. Αυτό ήταν το Κοινό, πού ανησυχούσε τον Παπαδιαμάντη η "περιέργεια" του. Κι' αυτή ήταν η διαπόμπευση του, που βιαζότανε να της δώσει ένα τέλος,

Η φιλία ενίκησε το ζορμπαλίκι... μου είπε -αντιγράφω τα ίδια του τα λόγια - στο τέλος του μαρτυρίου του.

Μήπως δεν ήταν, στ' αλήθεια, μια πραγματική θυσία που είχε κάνει στη φιλία μου; Μια θυσία της αγιότητάς του στην ειδωλολατρική ματαιότητα των εγκόσμιων.

Και συλλογίζομαι τώρα τις εκατοντάδες των Γάλλων προσκυνητών της εταιρείας Μπυντέ, και των δικών μας του "Οδοιπορικού Συνδέσμου" , που πέρασαν το κατώφλι του ταπεινού του ερημητηρίου, όπου πλανάται τώρα η σκιά του στα γνώριμα καί αγαπητά της κατατόπια της ζωής του και της εργασίας του. Συλλογίζομαι την παράταξη των ναυτικών αγημάτων, που παρουσίασαν όπλα μπροστά στο μνημείο του. Συλλογίζομαι τις στολές, τα ξίφη, τις χρυσές επωμίδες που έλαμπαν κάτω από τον ήλιο του νησιού του, για τη δόξα του. Συλλογίζομαι τους λόγους των επισήμων, τους εθνικούς ύμνους, τα στεφάνια της δάφνης, τις πανηγυρικές κωδωνοκρουσίες, που έπλεξαν με ήχους και χρωματα το εγκώμιο του. Συλλογίζομαι όλα αυτό το δοξαστικό πανηγύρι, και η σκέψη μου πετάει στο «Κοινόν» του ερημικού καφενείου της Δεξαμενής "ένα γκαρσόνι, ένας γεροντάκος, δυο λουστράκια" που ανησυχούσε, τη μακρυνή εκείνη μέρα ο μακαρίτης μήπως "ερεθίση την περιέργεια των". Τι ανησυχία θα είχε νοιώσει τώρα, στα βάθη του ταπεινού τάφου όπου "αναπαύεται εν Χριστώ" ο χριστιανός ποιητής των ταπεινών, από το δοξαστικό αυτό θόρυβο; Καί πόσο θα βιαζότανε πάλι να τελειώσει; Αν σάλεψαν, από μυστικές αύρες, αυτή τη στιγμή, τα κυπαρίσσια του τάφου του, ένας στεναγμός θα βγήκε από το θρόισμα τους. Ένας ήχος, που θα ξαναψιθύριζε τα παλιά του εκείνα ανήσυχα και τόσο συμπαθητικά λόγια, σε μία γλώσσα που την εννοούσαν τώρα, γιατί ήταν δική τους , οι ευλαβητικοί προσκυνητές του της γαλλικής γης:

" Nous excitons la curiosite du public". ]

Παύλος Νιρβάνας

24 Οκτ 2012

Εχει και το Περίπτερο την δική του...ιστορία!


Η ιστορία του περιπτέρου στην Ελλάδα αποτελεί ένα κομμάτι και μια προέκταση της καθημερινότητας των Ελλήνων εδώ και περίπου έναν αιώνα.

Ομόνοια, Λυκαβηττός, Ακρόπολη, Ολύμπιειο, Οδός Ερμού, Φανάρι του Διογένη, Οδός Πλουτάρχου, Πύλη του Ανδριανού, Παρθενώνας, Ζάππειο.

Μια Αθήνα η οποία στις αρχές του 20ου αιώνα έχει αρχίσει να αποκτά μια νέα εικόνα με ετερόκλητα όμως χαρακτηριστικά. Παρότι πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους, ο πληθυσμός της στα 1900 δεν ξεπερνά τις 200.000 κατοίκους και η συνολική της έκταση έφτανε μόλις στα 20.000 στρέμματα.

 Παρ' όλα αυτά όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται από τον Karl Beedeker στον πιο παλιό τουριστικό οδηγό που κυκλοφόρησε για την Ελλάδα, τον «οδηγό του ταξιδιώτη»,το 1883 στην Λειψία, «Τίποτε σε αυτή την χώρα δεν έχει χάσει την φρεσκάδα του και την αγνότητά του».

Ένα από τα πιο αξιοπρόσεκτα στοιχεία της Αθήνας της νέας εποχής (αρχές του 20ου αιώνα) δεν είναι άλλο, από τα πανέμορφα αρχοντικά που συναντάμε κατά μήκος του άξονα της Λεωφόρου Κηφισίας.

Νεόκτιστα νεοκλασικά μέγαρα πλουσίων ομογενών από την Κωνσταντινούπολη, την Αίγυπτο, το Λονδίνο, που έδιναν στην Αθήνα εικόνα και όψη σύγχρονης ευρωπαϊκής πρωτεύουσας.

Εκεί κάπου μπαίνει εμβόλιμα στην οικονομική, ιστορική και κοινωνική πραγματικότητα της χώρας και το περίπτερο. Μια προέκταση της εμπορικής δραστηριότητας της εποχής, με χαμηλές προοπτικές και δυνατότητες για το άμεσο τουλάχιστον μέλλον.

Η ιστορία του περιπτέρου στην Ελλάδα αποτελεί ένα κομμάτι και μια προέκταση της καθημερινότητας των Ελλήνων εδώ και περίπου έναν αιώνα.

Με το πέρασμα των χρόνων τα περίπτερα έγιναν θεσμός. Ένας θεσμός που συνεχίζει να αποτελεί σημείο αναφοράς για την Ελλάδα, «φωτίζοντας» του δρόμους της πόλης, και του χωριού σε κάθε σημείο της ελληνικής επικράτειας.

Στις αρχές του 20ου αιώνα τα πρώτα περίπτερα έκαναν την εμφάνισή τους στην Ελλάδα, ως ελάχιστη μορφή οικονομικής βοήθειας προς τους τραυματίες και τους ανάπηρους των συνεχιζόμενων πολέμων στους οποίους συμμετείχε, η Ελλάδα.

Πιο συγκεκριμένα, τα πρώτα περίπτερα εμφανίστηκαν, μετά την ήττα της Ελλάδας στον πόλεμο του 1897 με την Τουρκία, σε αστικά κέντρα της περιφέρειας. Στην Αθήνα το πρώτο περίπτερο έκανε την εμφάνισή του στην οδό Πανεπιστημίου το φθινόπωρο του 1911.

Ένα μικρό πρόχειρα κατασκευασμένο ξύλινο κουβούκλιο με ελάχιστα προϊόντα, προσπαθούσε να καλύψει τις ελάχιστες οικονομικές ανάγκες της εποχής και να δώσει μια ανάσα σε ανθρώπους που είχαν δώσει σημαντικό κομμάτι της ζωής τους για την Ελλάδα.

Ο γνωστός χρονογράφος και ποιητής των αρχών του 20ου αιώνα Σωτήρης Σκίπης σε άρθρο του στην εφημερίδα ΣΚΡΙΠΤ στις 20 Οκτωβρίου 1919 γράφει για τα πρώτα περίπτερα που έκανα την εμφάνισή τους στην Αθήνα: «Άξιος συγχαρητηρίων έγινε ο κ. Δήμαρχος ο οποίος αποφάσισε την ανέγερσιν πολλών περιπτέρων εις τας Αθήνας, τα οποία θα εκχωρήσει εις τους τραυματίας του πολέμου, η εις μέλη οικογενειών φονευθέντων πολεμιστών».
«Δεν φαντάζεται κανείς πόσα καλά θα προκύψουν αμέσως-αμέσως, εκ της ανεγέρσεως των περιπτέρων. Τα περίπτερα θα είναι ένας στολισμός της πόλεως, θα εξυπηρετηθούν δι' αυτών και θα εύρουν πόρον ζωής πλειστοί ανάπηροι των δύο πολέμων. Θα εξαπλωθή δια του μέσου τούτου το ελληνικόν έντυπον, είτε εφημερίς, είτε περιοδικόν, είτε φυλλάδιον, είτε βιβλίο. Και θα γίνουν αίτια όπως οι μεγάλαι επαρχιακαί μας πόλεις θα κουνηθούν λιγάκι και θα μιμηθούν λιγάκι των πρωτεύουσαν».

Μια άκρως γλαφυρή αναπαράσταση του ρόλου του περιπτέρου στην Ελλάδα των επόμενων 90 χρόνων. Το 1922 και πιο συγκεκριμένα τον Σεπτέμβρη το Υπουργείο Περιθάλψεως κατέθεσε νομοσχέδιο σύμφωνα με το οποίο οι Νόμοι 254 και 1960, οι οποίοι αναφέρονται στα ήδη ανεγερθέντα περίπτερα, αλλά και σε αυτά που πρόκειται να αναγερθούν στο μέλλον, θα παραχωρούνται προς αποκλειστική χρήση στην «Πανελλήνιον Ένωσιν Τραυματιών Πολέμου 1912-1921».

Η Ένωση θα είναι ο μοναδικός επίσημος φορέας που θα έχει προηγούμενη έγκριση του Υπουργείου Συγκοινωνιών, το οποίο θα καθορίζει το σχήμα και το μέγεθος των περιπτέρων που αναμένεται να ανεγερθούν.

Η παραχώρηση περιπτέρου σύμφωνα με το νομοσχέδιο είναι προσωπική και μόνο υπόθεση, δεν επιτρέπεται να πωληθεί, να μεταβιβαστεί, να μπει σε καθεστώς υποθήκης και να υπομισθωθεί. Επίσης επιτρέπεται συνεταιρισμός μόνο μεταξύ δύο εταίρων, μόνο με την άδεια του Υπουργού Συγκοινωνιών.

Σε περίπτωση θανάτου του κατόχου η χρήση και εκμετάλλευση του περιπτέρου, μεταβιβάζεται αυτόματα στην γυναίκα και τα παιδιά του αναπήρου-τραυματία και αυτό μόνο για μια πενταετία, και αργότερα περιέρχεται και πάλι στον έλεγχο της Ένωσης.

Το ποσό μισθώσεως ξεκινούσε από τις 20 δραχμές, και έφτανε μέχρι τις 250 δραχμές. Τα όποια χρήματα θα εισπραχθούν, θα διατεθούν υπέρ της δημιουργίας ειδικού Ταμείου προικοδοτήσεως θυγατέρων και τραυματιών πολέμου.

Τεκμηριωμένες πληροφορίες για τα προϊόντα που είχαμε τα πρώτα χρόνια στο περίπτερο μέχρι τις αρχές του Μεσοπολέμου, και τα τέλη της δεκαετίας του 1940 δεν υπάρχουν. Το μόνο που είναι σίγουρο πως στο περίπτερο υπήρχαν οι εφημερίδες, τα χύμα τσιγάρα και κάποια υποτυπώδη ζαχαρώδη προϊόντα.

Οι εφημερίδες την εποχή εκείνη ήταν το βασικό και ίσως το μοναδικό μέσω ενημέρωσης, σε μια Ελλάδα, η οποία συνεχώς συνταρασσόταν από πολεμικές συγκρούσεις. Οι οποίες εξελίξεις συνέβαιναν καθημερινά γίνονταν γνωστές μέσα από τις εκδόσεις των εφημερίδων. Γεγονότα μεγάλης ιστορικής σημασίας, αλλά και γεγονότα ουσιαστικά για την πορεία και την εξέλιξη της χώρας, τα μάθαινε ο κόσμος μέσα από τις εφημερίδες. Σε πολλές περιπτώσεις και γεγονότα ιστορικής σημασίας, οι εφημερίδες τυπώνονταν τρεις και τέσσερις φορές για να ενημερώσουν τους Έλληνες ανά την επικράτεια.

Σημαντικός ο ρόλος του περιπτέρου και σε αυτή την περίπτωση. Η ανάρτηση των εφημερίδων στις προθήκες των περιπτέρων, αποτελούσε ένα σημαντικό γεγονός για την καθημερινότητα των κατοίκων των μεγάλων αστικών κέντρων σε εποχές κρίσιμες για την πορεία και την ανάπτυξη της Ελλάδας.

Το προϊόν όμως που στήριξε το περίπτερο για αρκετές δεκαετίες, ακόμη σε πολλές περιπτώσεις μέχρι και σήμερα, δεν ήταν άλλο από τα τσιγάρα. Σε μια αρκετά δύσκολη οικονομικά εποχή και συγκυρία για την Ελλάδα, τα περίπτερα διέθεταν τα χύμα τσιγάρα. Ο καθένας που ήθελε να καπνίσει ένα τσιγάρο πήγαινε στο περίπτερο, άφηνε μερικές δραχμούλες και αγόραζε όσα τσιγάρα του επέτρεπε το βαλάντιο του.

Τα πρώτα ζαχαρώδη και αναψυκτικά άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση του στα περίπτερα στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες προφορικές μαρτυρίες που συγκεντρώσαμε, αυτό συνέβη περισσότερο στα περίπτερα του Πειραιά και λιγότερα στα περίπτερα της Αθήνας, όταν μπήκαν τα πρώτα ψυγεία με πάγο.

Έτσι, με αυτό τον τρόπο δόθηκε η δυνατότητα στις εγχώριες εταιρίες παραγωγής αναψυκτικών (ΗΒΗ) να διαθέσουν στα περίπτερα της εποχής τα προϊόντα τους. Μάλιστα είναι σημαντικό να τονίσουμε πως τα πρώτα ψυγεία με πάγο χρησιμοποιήθηκαν και ως αποθηκευτικοί χώροι για τα τσιγάρα, λόγω κυρίως της υψηλής θερμοκρασίας τους.
Οι παλιότεροι θα θυμούνται τις λεμονάδες και τις γκαζόζες της ΗΒΗ, που έδωσαν μια άλλη νότα δροσιάς και ξεκούρασης στους διψασμένους Αθηναίους.

Τα πρώτα ζαχαρώδη προϊόντα προέρχονταν κατά κύριο λόγο από την εταιρία ΙΟΝ Οι τσίχλες της εταιρίας δημιούργησαν μια νέα αγοραστική ομάδα για το σημείο του περιπτέρου και νέες καταναλωτικές συνήθειες για τα δεδομένα της εποχής.

Τα φυλλαράκια τσίχλας με γεύση δυόσμου, κανέλλας, μέντας και Tutti Frutti, αποτέλεσαν τα πρώτα δείγματα τσίχλας που μπήκαν στα περίπτερα.

Οι πρώτες σοκολάτες γάλακτος της εταιρίας, δημιούργησαν μια νέα εικόνα για το σημείο του περιπτέρου.«Είναι σαν να τρώτε για πρώτη φορά σοκολάτα γάλακτος. Ξεχωρίζει από τις άλλες γιατί, χάρις στην ειδική επεξεργασία που εφαρμόζει η ΙΟΝ διατηρεί ακέραιο το φυσικό της χρώμα και τα θρεπτικά συστατικά της. Απολαμβάνετε κάθε κομμάτι της και είναι σαν να τρώτε για πρώτη φορά». Έτερο δείγμα διαφημιστικής προβολής για το συγκεκριμένο προϊόν με έντονα τα χαρακτηριστικά και τα μηνύματα των αρχών του σύγχρονου marketing.

Τα επόμενα χρόνια το περίπτερο άρχισε να αποκτά σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης να διευρύνει την γκάμα των προϊόντων του, και τις διαστάσεις για τον χώρο που καταλαμβάνει με σημαντικές όμως αποκλίσεις από περιοχή σε περιοχή της χώρας, και από Δήμο σε Δήμο της Αθήνας.

Το τελευταίο σημαντικό επίτευγμα των ανθρώπων του κλάδου με την νομιμοποίηση πώλησης γαλακτοκομικών προϊόντων (πλην τυροκομικών) σάντουιτς και φρουτοσαλάτας, αναμένεται να δώσει μια νέα ώθηση στην εμπορική πορεία του κλάδου, σε μια πραγματικά δύσκολη εποχή για τον χώρο του εμπορίου και ειδικότερα του λιανεμπορίου.

Το περίπτερο αποτελεί ένα από τα σημεία αναφοράς για την Ελλάδα από τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα μέχρι και σήμερα. Με σημαντική συνεισφορά σε τομείς-κλειδιά της εγχώριας οικονομίας, όπως η ποσοστιαία συμμετοχή του στο ΑΕΠ, η κάλυψη θέσεων εργασίας ακόμη και σε συμπληρωματικούς, με τον κλάδο τομείς, είναι ένας επαγγελματικός κλάδος που η Πολιτεία πρέπει να προσέξει σημαντικά και με ποικίλους τρόπους.

Για να διατηρηθούν ζωντανοί οι δεσμοί και εικόνες με μια εποχή της σύγχρονης Ελλάδας η οποία είναι γεμάτη με ιστορικές μνήμες και εικόνες...
http://www.lesvosreport.gr