20 Νοε 2011

Καπεταν Σαφάκας




ΚΑΠΕΤΑΝ - ΣΑΦΑΚΑΣ
Προψές από τα Γιάννενα μεσ' απ' το κάστρο βγήκε
και πήρε δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια
Νύχτα και μέρα περπατεί δρόμους και μονοπάτια
Μονάχος καταμόναχος γυμνός και πεινασμένος
Εις την Τατάρνα έφτασε, στην εκκλησιά εμπήκε,
Κι έταξε χρυσομάντηλο να φέρει να κρεμάσει
Αν φτάσει πέρα στ' 'Aγραφα που είχε δικούς και φίλους
Κι είχε φίλο γκαρδιακό τον καπετάν Σωτήρη
Φίλον από μικρά παιδιά και βλάμην το Βαγγέλιο
Έφτασε και τον εβρήκε και γλυκοφιληθήκαν
Και τι τα θέλει τα φιλιά και τα γλυκά τα λόγια
Την άλλη μέρα πέσανε τρία πικρά ντουφέκια
Εκεί που τρώγαν κι έπιναν με την Σωτήρη Στράτο
Ψιλή φωνίτσαν έβγαλε με ματωμένη γλώσσα:
Βλάμη γιατί με σκότωσες, με πήρες στο λαιμό σου
Λόγγοι βαΐστε και κλαριά, βουνά χαμηλωθείτε
Να πάει στη μάνα μ' η φωνή, στη δόλια μου γυναίκα
Και συ αγέρα πάρε την, ν' ακούσει ο κόσμος όλος
Να μάθει πως εγλύτωσα απ' των Τούρκων τα νύχια
Και μ' έφαγεν ο βλάμης μου, ο άπιστος ο Στράτος


    Ο Καπετάν-Σαφάκας θεωρείται πρότυπο δείγμα κλέφτη-αρματολού. Υπηρέτησε πιστά τις κοινότητες της ορεινής κεντρικής Ελλάδας τον καιρό της επανάστασης 1821-1826. Πότε μαζί με την κεντρική διοίκηση των Ελλήνων (έμβρυο του ελληνικού κράτους) πότε μαζί με τους Τούρκους, αγωνίστηκε πάντα για τα συμφέροντα των τοπικών κοινοτήτων με γνώμονα τις υποδείξεις τους και ενάντια σε κάθε συγκεντρωτισμό. Έτσι κι αλλιώς δεν πίστεψε ποτέ σε κανέναν εθνικό αλυτρωτισμό. Εξοντώθηκε προδοτικά από σύντροφό του που εκτέλεσε εντολές της κυβέρνησης των Ελλήνων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου