Εγραψε τη «Νεκρή πόλη», με σκοπό να μιλήσει μέσα από τις νότες του για την παρακμή της αστικής ζωής, τη βία αλλά και τα πλεονεκτήματα της επιστροφής στην επαρχία. Μία ιστορία προσωπική, γεμάτη οικολογικές ανησυχίες, όπως προσωπικές είναι όλες οι ιστορίες του τελευταίου του άλμπουμ, «Blues for the lost days». Ο λόγος, για τον βρετανό «πατέρα» των μπλουζ Τζον Μάγιαλ
Γεννημένος το 1933 σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Αγγλίας, ο Μάγιαλ απέκτησε τα πρώτα του μουσικά ακούσματα από τον πατέρα του, ερασιτέχνη, μουσικό. Ο ίδιος άρχισε να μαθαίνει κιθάρα σε ηλικία 12 ετών για να ασχοληθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα με την άλλη μεγάλη του αγάπη, το πιάνο. Τα μπλουζ, τον απέσπασαν γρήγορα από τις κλασικές του σπουδές, όμως ο Μάγιαλ θα αφιερωθεί αποκλειστικά στη μουσική προτού τα τριάντα του. Στο μεταξύ, θα σπουδάσει ζωγραφική στο Manchester College of Art, θα κάνει τη δουλειά του τυπογράφου και γραφίστα και θα σχηματίσει φοιτητής, ακόμη, την πρώτη του μπάντα, με την ονομασία «The Powerhouse Four».
«Οταν ξεκίνησαν οι Βρετανοί μπλόουζμεν», αναφέρει στο «Βήμα» ο καλλιτέχνης , «ανάγκασαν το αμερικανικό κοινό να στρέψει την προσοχή του στους μαύρους μουσικούς των μπλουζ. Βέβαια για εμάς τα πράγματα δεν ήταν τόσο δυσκολα όσο για τους μουσικους της τζαζ. Ισως γιατί τα μπλουζ βρίσκονταν πιο κοντά στο κοινό του ροκ εν ρολ και της ποπ, και έτσι το κοινό ήταν ήδη έτοιμο». Αν και οι Βρετανοί υποδέχθηκαν θερμά τα μπλουζ, ο Μάγιαλ αποφάσισε περί τα τέλη της δεκαετίας του ΄60 να εγκατασταθεί στην Καλιφόρνια. «Δεν ήταν θέμα μουσικών δυνατοτήτων», ομολογεί, «απλώς η ζωή στην πόλη αυτή μού έδινε ό,τι ζητούσα». Τον τίτλο ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της μπλουζ μουσικής τον απέκτησε με τους «Bluesbreakers», ένα συγκρότημα ιδιότυπο που άλλαζε σύνθεση ανάλογα με τους μουσικούς που τον συνόδευαν κάθε φορά στις ηχογραφήσεις του. Κατά την παρέλευση των χρόνων, συνεργάσθηκε με ονόματα, όπως ο Μικ Τέιλορ, ο Τζον Μακμπί, ο Ερικ Κλάπτον. «Η συνεργασία μου με όλους πήγε καλά, ακριβώς γιατί ο ένας μπορούσε να καταλάβει τη μουσική του άλλου. Το γκρουπ αποτέλεσε έτσι ένα πρώτο βήμα έκφρασης μουσικής. Από εκεί και ύστερα, ο καθένας ακολούθησε το δικό του δρόμο στο χώρο της τζαζ, της ροκ, του κλασικού ροκ, του προγκρέσιβ ροκ».
Οντας, ταυτόχρονα, τραγουδιστής, συνθέτης, στιχουργός, βιρτουόζος διαφόρων μουσικών οργάνων αναφέρουμε χαρακτηριστικά εκτός από το πιάνο και την κιθάρα, το αρμόνιο και τη φυσαρμόνικα , αλλά και εμπνευστής του εξωφύλλου των δίσκων του, ο Τζον Μάγιαλ δεν έπαψε ποτέ να παίζει μπλουζ κινούμενος με άνεση, από τα πιο σκληρά ηλεκτρονικά ως τις ήρεμες ακουστικές φόρμες, για να φθάσει μάλιστα σε σημείο τέτοιο που να προσθέσει στοιχεία της τζαζ και της φολκ. «Επαιξα μπλουζ γιατί αυτός ήταν και είναι ακόμη ο καλύτερος τρόπος να εκφράσω τα συναισθήματά μου και τις σκέψεις μου. Αυτή είναι η δύναμη που έχουν τα μπλουζ: μπορούν να καθρεφτίζουν την καθημερινότητά μας».
Εξήντα πέντε χρόνων σήμερα, ο Τζον Μάγιαλ παίζει πάντοτε με το ίδιο πάθος στη σκηνή. «Δεν αντιμετώπισα ποτέ δυσκολίες στην επικοινωνία μου με το κοινό. Ερχεται στις συναυλίες μας για να περάσει καλά, και αυτό είναι εύκολο να συμβεί από τη στιγμή που περνάω και εγώ υπέροχα». Για τον βρετανό μουσικό, η σύγχρονη μπλουζ σκηνή παραμένει αρκετά υγιής. «Στα χρόνια του ΄60, έγινε μία έκρηξη στον κόσμο των μπλουζ, εξαιτίας της ενασχόλησης των λευκών με αυτό το είδος της μαύρης μουσικής. Στη συνέχεια, τα μπλουζ άρχισαν να παρακμάζουν. Τα τελευταία είκοσι χρόνια, εχει εμφανισθεί μια νεα γενιά μπλούζμεν, που δυναμώνει όλο και περισσότερο. Οσον αφορά εμάς τους παλαιότερους, για να μείνουμε στο προσκήνιο πρέπει να γράφουμε μπλουζ για τη δεκαετία του ΄90».
Εξήντα πέντε (65) χρόνων σήμερα, ο Μάγιαλ αρχίζει μία δεύτερη καριέρα, μετά μια περίοδο μουσικής απραξίας. Το κοινό άρχισε να ανακαλύπτει ξανά παλαιότερες δουλειές του, ενώ οι κριτικοί υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό δύο από τα νέα του άλμπουμ: το «Α sense of place» και το «Wake up calls».
Εξήντα πέντε (65) χρόνων σήμερα, ο Μάγιαλ αρχίζει μία δεύτερη καριέρα, μετά μια περίοδο μουσικής απραξίας. Το κοινό άρχισε να ανακαλύπτει ξανά παλαιότερες δουλειές του, ενώ οι κριτικοί υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό δύο από τα νέα του άλμπουμ: το «Α sense of place» και το «Wake up calls».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου