17 Νοε 2012

Οίνος λεσβίος. Πήλινα αγγεία για το κρασί.





Ουδέν τάλλα εστί προς λέσβιον οίνον.
Τίποτα δεν είναι τα άλλα κρασιά μπροστά στο λεσβιακό κρασί.

Αυτή τη γνώμη είχαν οι αρχαίοι για το κρασί της Λέσβου. Κι αυτό καταγράφεται στο έργο "Δειπνοσοφιστές" του Αθήναιου. Οι Δειπνοσοφιστές είναι ένας πανδέκτης εγκυκλοπαιδικών και άλλων γνώσεων, που καλύπτουν το σύνολο των ανθρώπινων ενδιαφερόντων και εκτείνεται σε 15 τόμους.

Λέγεται ότι αν δεν σωζόταν αυτή η σπουδαιότατη πηγή, η γνώση μας για την αρχαιότητα θα ήταν λειψή.

Ο Αθήναιος (170-230 μ.Χ. περίπου), ήταν γραμματικός - φιλόλογος. Γεννήθηκε στη Ναύκρατη της Αιγύπτου, έζησε στην Αλεξάνδρεια και πέθανε στη Ρώμη. Οι "Δειπνοσοφιστές" είναι το μοναδικό του έργο. Στο έργο αυτό παραθέτει χωρία πλείστων ποιητών και συγγραφέων - αρχαίων και συγχρόνων του - για ποικίλα θέματα. Πολλοί από τους αναφερόμενους δεν μας είναι γνωστοί από καμιά άλλη πηγή και μερικά απ' τα παρατιθέμενα αποσπάσματα είναι τα μοναδικά που διασώζονται.

Τα παραθέματα που ακολουθούν είναι από τον Α' τόμο των "Δειπνοσοφιστών" παρ. 51,52, 54,56,58.

Οι Μυτιληναίοι το γλυκό κρασί τους το λεν "πρόδρομο ή πρότροπο", δηλαδή κρασί που παραγόταν από ώριμα σταφύλια, τα οποία δεν χρειαζόταν να παν σε πατητήρι.

Ο Αντίδοτος, ένας ποιητής κωμωδιών που ήκμασε στα μέσα του 4ου αι. π. Χ. και από τα έργα του σώζονται λίγα αποσπάσματα γράφει:
"Κρασί της Λέσβου,
που το έφτιαξε ο ίδιος ο Μάρωνας, μου φαίνεται".

Και ο Κλέαρχος λέει:
"Από της Λέσβου...
δεν υπάρχει άλλο καλύτερο κρασί να το πιεις".

Επίσης ο Αλεξις (329-286 π.Χ., από τους Θουρίους της νότιας Ιταλίας, ένας από
τους κορυφαίους εκπροσώπους της μέσης αττικής κωμωδίας και θείος του Μενάνδρου, γράφει:
"Με κρασάκια της Θάσου και της Λέσβου
βρέχει το στόμα το υπόλοιπο της μέρας
και τρώει λιανισμένα κρέατα ".

Ο ίδιος Άλεξις, γράφει αλλού:
"Γλυκός είναι ο Βρόμιος (Διόνυσος) που δίνει ατέλεια
σ' όσους φέρνουν εδώ κρασί της Λέσβου.
Όποιος πιαστεί να στέρνει σ' άλλη πόλη
έστω κι ένα ποτήρι, αυτού δημεύεται η περιουσία ".

Ο Έφιππος, ποιητής κωμωδιών του 4ου π.Χ. αιώνα, γράφει:
"Μου αρέσει το πράμνειο κρασί της Λέσβου...
Καλοπίνεται ως το τέλος η Λεσβιακή σταγόνα ".

Για τις ιδιότητες του πράμνειου οίνου γράφει ο Δημήτριος από την Τροιζηνία σε. μια κωμωδία του που την επιγράφει "Θεσμοφοριάζουσες":
 "Δεν θα σ'αφήσω να πιεις πράμνειο κρασί ούτε κάποιο άλλο που θα σου σηκώσει το όργανο ".

Ο Εύβουλος λέει: "Πάρε θασιώτικο ή χιώτικο ή λεσβια.κό παλιό κρασί που μοιάζει νέκταρ".

Και ο Αρχέστρατος, συγγραφέας συμποσίων, γράφει:
"Έπειτα, όταν πάψετε ό,τι είναι αφιερωμένο στο σωτήρα Δία, πρέπει πια να πίνετε κρασί παλιό, που έχει κεφάλι ασπρισμένο πολύ και χαίτη υγρή από λευκά άνθη και έχει παραχθεί από τη θαλασσόζωστη Λέσβο. Επιδοκιμάζω επίσης το βύβλινο κρασί (από την πόλη Βύβλο) από την ιερή Φοινίκη.
Ωστόσο δεν εξισώνω το κρασί αυτό μ' εκείνο.
Διότι αν το γευθείς χωρίς να το συνηθίσεις προηύτερα,
θα σου φανεί πως είναι πιο ευωδιαστό απ'το λεσβιακό,
διότι την οσμή του την διατηρεί για πολύ χρονικό διάστημα.
Όταν όμως το πίνεις είναι πολύ κατώτερο.
Ενώ εκείνο (το λεσβιακό) θα σου φανεί πως δεν έχει τιμή
όμοια μ' άλλο κρασί, αλλά με αμβροσία...
Ξέρω κι από άλλες πόλεις αμπέλια ν' αναφέρω
και να τα παινέψω και δεν ξεχνώ τα ονόματα, τους.
Ωστόσο, τίποτα δεν συγκρίνεται με το κρασί της Λέσβου ".

Σημειωτέον ότι η αμβροσία (από το στερητικό α- και το ουσιαστικό βροτός=θνη-τός) ήταν το φαγητό των θεών, όπως το νέκταρ ήταν το ποτό τους. Ωστόσο μερικοί ποιητής - ανάμεσά τους κι η Σαπφώ - θεωρούν την αμβροσία ποτό: "Της αμβροσίας ο κρατήρας ήταν γεμάτος κι ο Ερμής πήρε την κανάτα να κεράσει τους θεούς".

Μια άλλη σημαντική ιδιότητα του λεσβιακού κρασιού καταγράφει ο Φιλύλλιος, ποιητής της λεγόμενης αρχαίας κωμωδίας:

"Θα σας δώσω κρασί της Λέσβου... ώστε να μη ζαλιστεί κανείς".
 Τέλος ο Αθηναίος διασώζει μια συνταγή του Φαινία του Ερέσιου για την παρασκευή του ανθοσμία οίνου:
"Σε πενήντα μέρη μούστου χύνεται ένα μέρος Θαλασσινού νερού και παρό.γεται ανθοσμίας" Και πάλι:
"Ο ανθοσμίας γίνεται πιο δυνατός, αν παρασκευάζεται από νέα αμπέλια παρά. από παλιά ".
Και στη συνέχεια:
"Πατούν μαζί τα άγουρα με τα ώριμα σταφύλια, τα αποθέτουν στο. δοχεία και παρασκευάζεται ο ανθοσμίας".

Στα συμπόσια ήταν περιζήτητο το λεσβιακό κρασί/Ετσι σε αρχοντικό γαμήλιο συμπόσιο που παρατέθηκε στη Μακεδονία από τον Κάρανο, μετά τα πλούσια, ποικίλα και εκλεκτά εδέσματα, αναφέρει ο Αθήναιος:
"Μας έπιασε πάλι θερμή και ζωηρότερη επιθυμία να πιούμε, αφού είχαμε κρασιά από τη Θάσο, τη Μένδη και τη Λέσβο ".

(Δειπνοσοφ. Δ' παρ. 4).

Ο Μάτρωνας από την Πιτάνη, ποιητής παρωδιών του 4ου π.Χ. αι., περιγράφει, χαριτωμένα έναν αττικό δείπνο:
"Ανακάτευαν τον κρατήρα του Βρόμιου (Διόνυσου) και πίναν κρασί Λεσβιακό ".

(Δειπνοσοφ. Δ' παρ. 13)

Το κρασί ήταν ένα φημισμένο πανάρχαιο προϊόν της Λέσβου. Αιώνες πριν να γίνει το νησί ελαιοπαραγωγό, ήταν οινοπαραγωγό και εξήγε αυτό το εκλεκτό προϊόν στην πλούσια Μακεδονία, στην Αττική, στην Αίγυπτο και. αλλού. Οι πολυάριθμοι αμφορείς που σώζονται στο αρχαιολογικό Μουσείο της Μυτιλήνης, κυρίως για την εξαγωγή του λεσβίου οίνου θα χρησίμευαν. Προφανώς θα ήταν πολύ σημαντική η συμβολή της ιδιοσυστασίας του λεσβιακού εδάφους και το μικροκλίμα του νησιού, για την μοναδική ποιότητα του κρασιού. Αυτοί οι δυο παράγοντες - σε γενικές γραμμές - παραμένουν αναλλοίωτοι ως σήμερα και αποτελούν έναν ξεχωριστό πλούτο για τη Λέσβο.

Παραθέτουμε μια σειρά από φόρμες αγγείων που είχαν σχέση με το κρασί. Ήταν πάντα ζωγραφισμένα με παραστάσεις σχετικές με τον τρύγο, το αμπέλι, το συμπόσιο ή άλλες εμπνευσμένες από τη μυθολογία. Αρκετά τέτοια αγγεία κοσμούν τα δύο αρχαιολογικά μουσεία της Μυτιλήνης, αλλά κυρίως το Εθνικό μας Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα και τα μουσεία όλης της Ελλάδας και όλου του κόσμου.

Τα πήλινα αγγεία των αρχαίων Ελλήνων για το κρασί

Οι αρχαίοι Έλληνες, λάτρεις του κρασιού, διέθεταν μια αξιοζήλευτη ποικιλία πήλινων αγγείων, τα οποία χρησιμοποιούσαν για το σύνολο των αναγκών που σχετίζονταν με τη χρήση αλλά και τη διατήρηση του οίνου. Τα πιο σημαντικά από αυτά τα αγγεία ήταν τα ακόλουθα:

1. Αμφορέας: Ο αμφορέας ήταν ένα αγγείο με δύο χερούλια, στενό λαιμό και διογκωμένη μέση. Υπήρχαν βέβαια αρκετές παραλλαγές του σχήματος αυτού. Τα αγγεία της κατηγορίας αυτής χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση και τη μεταφορά του κρασιού. Είχαν αρκετά μεγάλο μέγεθος, καθώς και μυτερή βάση ("οξυπύθμενοι"), για να τοποθετούνται εύκολα στις ειδικές ξύλινες θήκες των πλοίων που τα μετέφεραν, αλλά και στα δάπεδα των υπόγειων συνήθως αποθηκών και να μένουν όρθια. Μερικοί αμφορείς παρέμεναν αδιακόσμητοι, ενώ κάποιοι άλλοι ήταν διακοσμημένοι με γεωμετρικά σχήματα αλλά και παραστάσεις.

2. Κρατήρας: Ο κρατήρας ήταν ένα από τα πιο απαραίτητα αγγεία για την κατανάλωση του κρασιού από τους αρχαίους Έλληνες, που δεν έπιναν ποτέ το κρασί τους ανέρωτο: χρησίμευε για την ανάμειξη νερού και κρασιού σε αναλογία 1/4, κατά τις ιεροτελεστίες και τα συμπόσια. Τα κύρια χαρακτηριστικά του ήταν η στενή βάση, το φαρδύ σώμα, το ανοιχτό στόμιο και τα δύο χερούλια. Για τον ίδιο σκοπό χρησιμοποιούσαν και ένα άλλο αγγείο, μεγάλο, ημισφαιρικό, χωρίς λαβές, που συνήθως το τοποθετούσαν πάνω σε μια ψηλή βάση, το λέβη. Και στο στάμνο όμως, ένα μεγάλο ανοιχτό αγγείο με δύο μικρές οριζόντιες λαβές στο επάνω μέρος του σώματος, μερικές φορές αναμείγνυαν το κρασί με το νερό.

3. Ψυκτήρας: Ο ψυκτήραςήταν ένα αγγείο σε σχήμα μανιταριού, μέσα στο οποίο έβαζαν κρασί και στη συνέχεια το τοποθετούσαν σ' έναν κρατήρα που περιείχε κρύο νερό ή χιόνι/Ετσι πετύχαιναν την ψύξη του κρασιού.

4. Κύλικα: Η κύλικα ήταν το βασικό κρασοπότηρο των αρχαίων και χρησιμοποιούνταν κυρίως στα συμπόσια/Ηταν κυκλικού σχήματος, με σχετικά μεγάλη διάμετρο σε σχέση με το βάθος της. Οι κύλικες ήταν συνήθως διακοσμημένες με παραστάσεις και έτσι πολλές φορές οι πιο ευκατάστατοι πολίτες παράγγελναν από τους κεραμείς και τους αγγειογράφους κύλικες με συγκεκριμένες παραστάσεις.

5. Σκύφος: Ο σκύφος ήταν ένα μικρό σχετικά κύπελλο με δύο οριζόντιες λαβές. Αποτελούσε μάλλον το καθημερινό αγγείο κατανάλωσης κρασιού για τους αρχαίους. Παρόμοιο σχήμα είχε και η κοτύλη, που χρησίμευε επίσης για τη μέτρηση του κρασιού στο εμπόριο.

6. Κάνθαρος: Ο κάνθαρος ήταν ένα είδος ποτηριού, που το σχήμα του έμοιαζε με τα σημερινά φλιτζάνια του τσαγιού αλλά με δύο λαβές που βρίσκονταν διαμετρικά αντίθετα. Ήταν το χαρακτηριστικό κρασοπότηρο του Διονύσου και συχνά του Ηρακλή, όπως φαίνεται σε διάφορες παραστάσεις.

7. Οινοχόη: Η οινοχόη έμοιαζε πολύ στο σχήμα με τη σημερινή κανάτα. Είχε επίσης παρόμοια χρήση: ήταν το βασικό αγγείο άντλησης κρασιού από τους κρατήρες, με το οποίο στη συνέχεια γέμιζαν τα κρασοπότηρα. Γι' αυτό φρόντιζε στα μεγαλύτερα συμπόσια ένας οινοχόος.

8. Κύανθος: Ο κύανθος ήταν ένα μικρό αγγείο, που χρησίμευε στα συμπόσια για τη μεταφορά του κρασιού από τον κρατήρα στα ποτήρια. Είχε μια μακριά κάθετα λαβή για να φθάνει στο βάθος του κρατήρα.
Βασιλική Γρ. Κουρβανιού Φιλόλογος
ΑΙΟΛΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ
ΤΟΜΟΣ ΙΓ'



8 Νοε 2012

Το άνθος της Σχοινούσας....


Ο Νίκος Οικονομίδης έρχεται από τη Σχοινούσα λουσμένος με το δροσερό αεράκι του Αιγαίου και τις ουράνιες μελωδίες που τριγυρνούν σαν ξωτικά από κύμα σε κύμα, από βράχο σε βράχο κι από σπίτι σε σπίτι, εξαγνίζοντας τις ψυχές και συντηρώντας την ομορφιά του φυσικού περιβάλλοντος. Ο Οικονομίδης με την παρουσία του αποδεικνύει έμπρακτα ότι το δημοτικό τραγούδι είναι ζωντανό, ότι ανανεώνεται και ότι εκφράζει τους νέους που δεν έχουν ακόμα υποκύψει στην κακογουστιά και την τυποποίηση (...)"

"(...) Η ελληνική λαϊκή μουσική χρωστάει πολλά στους μουσικούς της. Ιδιαίτερα στους δεξιοτέχνες μουσικούς που με τη χάρη και το ταλέντο τους, από γενιά σε γενιά, καταγράφουν και εμπλουτίζουν αυτό το θησαυρό, φύλακες- άγγελοι ενός μοναδικού πολιτισμού που συνδυάζει θαυματουργά την σταθερή ουσία της παράδοσης με την ελευθερία του αυτοσχεδιασμού.


 Τόσο μικρά νησιά και τόσο μεγάλη μουσική παράδοση;
Δεν είναι θέμα μεγάλης μουσικής παράδοσης, είναι θέμα πραγματικής και αυθεντικής μουσικής. Εκεί δηλαδή ο κόσμος δεν άκουγε κάτι που ερχόταν απ'έξω και παιζόταν με μηχανικό μέσο, απλά για να περάσει την ώρα του. Βίωνε τη μουσική, συμμετείχε στα μουσικά δρώμενα και τη διαμόρφωνε σκόμα και ο ίδιος. Την ώρα που έπαιζαν οι μουσικοί, όλοι μα όλοι, έκαναν διάλογο μεταξύ τους. Έλεγαν μαντινάδες, καινούρια παινέματα, κλπ. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν μέρη στα οποία διατηρείται αυτή η παράδοση, η οποία έχει μέσα της τη δύναμη της αυθεντικότητας και βασίζεται στη δημιουργία της στιγμής. Τέτοιες στιγμές ήταν πολλές τότε!
 Τίποτε δε γινόταν από υποχρέωση και ο κόσμος περίμενε με λαχτάρα να ακούσει τη μουσική και να χορέψει. Γνώριζαν τους σκοπούς τους και ήξεραν πως ήθελαν να τους ακούσουν. Με βάση το πρωτόλειο δημιουργούσαν ο καθένας τη δική του κάθε φορά διαφορετική ιστορία. Η μουσική "αυτή" μιλάει στα κύτταρα του ανθρώπου, δεν μπορώ να το εξηγήσω διαφορετικά. Δεν ήταν η μουσική του αυτιού, ήταν μουσική της καρδιάς. Ακόμη και η υψηλή τέχνη που προκύπτει από το συνδυασμό μουσικής από ανθρώπους και κομπιούτερ, ή από μια τεράστια ορχήστρα, δεν προκαλεί αυτό το προσωπικό κέντρισμα, που δημιουργεί αυτή η μουσική. Έπαιζε ο μουσικός βιολί και σε χτυπούσε μες την καρδιά, κατευθείαν. Αυτό εγώ ακόμα το συναντώ σε κάποια μικρά νησιά.


Ποιό θεωρείς το μεγαλύτερο μειονέκτημα και πλεονέκτημά σου;
Το μεγαλύτερο μοιονέκτημα και το μεγαλύτερό μου πλεονέκτημα είναι ότι έχω τον κώδικα της μουσικής που παίζω. Έχοντας καλά αυτόν τον κώδικα έχω εγκλωβιστεί μέσα σ'αυτόν.
www.oikonomidis.g

δείτε το και απολαύστε τον ζωντανό πολιτισμό του Αιγαίου!!

6 Νοε 2012

Φώτης Κόντογλου: τὸ ἀγριολούλουδο ποὺ κρύβεται στὴν πέτρα


Μία ἀπὸ τοῦτες τὶς ἡμέρες βρέθηκα σ᾿ ἕνα βουνὸ πυκνοδασωμένο καὶ μοσχοβολημένο, καὶ σὰν νὰ ξαναγεννήθηκα. Περπατοῦσα σ᾿ ἕνα ἔρημο μονοπάτι, κι ἀνάσαινα τὸ δροσερὸ ἀεράκι ποὺ κατέβαινε ἀπὸ τὶς ραχοῦλες, μακρυὰ ἀπὸ τὴν πνικτικὴ βρόμα τῆς ἀλεποφωλιᾶς ποὺ τὴν λένε πολιτεία, καὶ ποὺ βγάζει μέσα της κάθε λογῆς κακία, πονηριὰ καὶ ἀσχήμια, μ᾿ ὅλα τὰ ψεύτικα στολίδια ποὺ στολίσανε τὴν πόρνη οἱ ἐραστές της.

Ἐκεῖ ποὺ περπατοῦσα, βλέπω νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ δάσος μία μικροκαμωμένη γυναίκα, μ᾿ ἕνα σακκὶ στὸν ὦμο. Ἤτανε ξυπόλυτη, μ᾿ ἕνα τσεμπέρι καὶ κρατοῦσε στὸ χέρι τῆς ραβδί. Σὰν ἦρθε κοντά μου μὲ χαιρέτησε μ᾿ ἕναν ἔμορφον χαιρετισμό. Τὸ πρόσωπό της ἤτανε πολὺ ἐκφραστικὸ καὶ συμπαθητικό, ἀλλοιώτικο ἀπὸ τὰ πρόσωπα ποὺ βλέπουμε στὴν πολιτεία, ποὺ εἶναι γεμάτα ἀφηρημάδα, ἀδιαφορία, ἀνέκφραστες μάσκες. Μὲ κοίταζε μὲ προσοχὴ σὰν μιλοῦσε καὶ μὲ περισσότερη προσοχὴ μ᾿ ἄκουγε ὅταν τῆς ἀπαντοῦσα. Ἡ ὄψη της ἤτανε βασανισμένη, μὰ γεμάτη ἀξιοπρέπεια, ἁπλότητα καὶ σεμνότητα
. Τὸ μικρὸ πρόσωπό της ἤτανε ψημένο ἀπὸ τὸν ἀγέρα καὶ τὸν ἥλιο. Τὰ μάτια της ἤτανε τόσο ἐκφραστικὰ καὶ ἡ ὁμιλία της τόσο σπουδαία, ἀπονήρευτη καὶ συμπαθητική, ποὺ τραβοῦσε τὸν ἄνθρωπο σὰν μαγνήτης. Τὸ σῶμα της ἤτανε κοκκαλιάρικο καὶ πολὺ σβέλτο, καὶ μ᾿ ὅλο ποὺ ἤτανε κακοντυμένη καὶ ξυπόλυτη, εἶχε ἐπάνω της κάποιο ἀνεξήγητο μεγαλεῖο, τόσο ποὺ ν᾿ ἀπορεῖ κανεὶς καὶ νὰ συλλογίζεται γιατὶ δὲν βρίσκονται πιὰ τέτοιοι ἄνθρωποι ἀνάμεσά μας.

Μοῦ μίλησε γιὰ τὰ πρόβατα ποὺ τὰ φύλαγε ὁ γιός της καὶ ἐκείνη ἡ ἴδια, μοῦ μίλησε γιὰ τὰ βάσανα ποὺ τραβᾶνε μὲ τοὺς βαρειοὺς χειμῶνες καὶ γιὰ κάποιους «ἐπίσημους ἀνθρώπους» ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ἀθήνα μὲ συνοδεία καὶ ποὺ τοὺς φοβερίζουνε πὼς θὰ πάρουνε τὶς βοσκὲς καὶ ποὺ λένε πὼς δὲν χρειάζονται τὰ πρόβατα καὶ πὼς θὰ τὰ διώξουνε, ἐπειδὴ στὰ βουνὰ κάνουνε περίπατο οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὰ ξένα μέρη, καὶ ποὺ δὲν θέλουνε νὰ βλέπουνε πρόβατα ποὺ κοπρίζουνε, μηδὲ γιδερά, ἀλλὰ μοναχὰ δένδρα. «Ἔλα Χριστὲ καὶ Παναγία» μοῦ λέγει. Ἡ κοπριὰ ποὺ κάνουνε τὰ πρόβατα, μοσχοβολᾶ. Ἡ δική μας κοπριὰ βρωμᾶ, ἡ ἀνθρώπινη. Ἐμένα ὁ παππούς μου κι ὁ προπάππους μου, ὁ πατέρας μου κι ὁ ἄνδρας μου κι ὅλοι οἱ συγγενεῖς μου, αὐτὴ τὴν δουλειὰ κάνανε, μὲ τὰ ζωντανὰ ζούσανε. Ἄ! τὸ γάλα καὶ τὸ μαλλὶ τὸ θέλουνε οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ἀθήνα! Τὰ κακόμοιρα πρόβατα δὲν θέλουνε!

Ἀκουμπισμένη στὸ ραβδί, μὲ κοίταζε σὰν νὰ μὲ ἤξερε ἀπὸ χρόνια. Ἤτανε σὰν τὸ ἀγριολούλουδο ποὺ κρύβεται ντροπαλὰ κάτω ἀπὸ τὴν πέτρα. Καὶ οἱ σοφοὶ καὶ ἐπίσημοι ἀπὸ τὴν Ἀθήνα δὲν θέλουνε νὰ βλέπουνε μήτε πρόβατα μήτε τσοπάνηδες! Γιατί ἄραγε νὰ βρίσκονται ΠΑΝΤΑ ὑπὸ διωγμὸ οἱ ἁπλοϊκοὶ καὶ καθαροὶ ἄνθρωποι; Αὐτοὺς ποὺ δὲν πειράζουνε κανένα, γιατί τοὺς πειράζουν ὅλοι; Γιατί νὰ κινδυνεύουνε νὰ ἐξοντωθοῦνε οἱ ἁπλοὶ καὶ ἄβλαβοι ἄνθρωποι;

πηγη